Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016

Νίτσε Φρίντριχ - η πιο διεισδυτική αντίληψη



Όλα τα όντα ως σήμερα κάτι έχουν κάνει για να ξεπεράσουν τον εαυτό τους.  Εσείς θα προτιμήσετε να γίνετε η παλίρροια αυτού του κύματος και να γυρίσετε πίσω και πάλι στο ζώο αντί να ξεπεράσετε τον άνθρωπο;
Τάδε έφη Ζαρατούστρα

1844, Ρένκεν - 1900, Βαϊμάρη.
Ένας από τους σύγχρονους στοχαστές με τη μεγαλύτερη ακτινοβολία. Η ιστορία της φιλοσοφίας, της θεολογίας και της ψυχολογίας του 20ού αιώνα δεν νοείται χωρίς αυτόν. Ο Νίτσε προχώρησε  σε μία κατά βάθος ανάλυση και εκτίμηση των θεμελιωδών πολιτιστικών αξιών των επιστημών αυτών. Προσπάθησε να αποκαλύψει τα ελατήρια που βρίσκονται κάτω από την παραδοσιακή θρησκεία, την ηθική και τη φιλοσοφία της Δύσης και αναλογίστηκε τις συνέπειες του θριάμβου της εκκοσμίκευσης του Διαφωτισμού, εκπεφρασμένες με την παρατήρησή του ότι «ο Θεός πέθανε», προσδιορίζοντας έτσι, κατά έναν τρόπο, τα θέματα καθημερινής συζήτησης των πιο διάσημων διανοουμένων της Ευρώπης, μετά τον θάνατό του, το 1900.


Ο ίδιος είχε γράψει ότι μερικοί άνθρωποι γεννιούνται μετά τον θάνατό τους και ασφαλώς αυτό ισχύει στην περίπτωσή του. Είναι εκείνος που συνετέλεσε στην αμφισβήτηση της δυτικής σκέψης, υποστηρίζοντας ότι η όλη πορεία της, από τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Χριστιανισμό έως τον επιστημονισμό και τον σοσιαλισμό, ισοδυναμούσε με άρνηση της ζωτικής έκφρασης προς όφελος της επίπλαστης λατρείας της αλήθειας και της υποταγής στις επιταγές της ηθικής. Αν και ήταν σφοδρός πολέμιος του εθνικισμού, του αντισημιτισμού και της πολιτικής ισχύος, παρ’ όλα αυτά, οι φασίστες επικαλέστηκαν αργότερα το όνομά του για να προωθήσουν εκείνα ακριβώς τα πράγματα που απεχθανόταν. Εξάλλου, το γεγονός ότι το έργο του παρέμεινε ημιτελές επέτρεψε συσταλτικές απλουστευτικές ερμηνείες του, καθώς και τον σφετερισμό του από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του ναζισμού.
Ο Νίτσε καταγόταν από μια οικογένεια προπύργιο λουθηρανικής ευλάβειας. Ο πατέρας του ήταν πάστορας και πέθανε όταν εκείνος έκλεισε το πέμπτο έτος της ηλικίας του με αποτέλεσμα να περάσει  το μεγαλύτερο διάστημα των νεανικών του χρόνων σε ένα σπίτι υπό την κυριαρχία πέντε γυναικών: της μητέρας του, της νεότερης αδελφής του Ελιζαμπέτ, της γιαγιάς του και δύο ανύπανδρων θείων του. Έλαβε κλασική μόρφωση και σπούδασε Θεολογία και Κλασική Φιλοσοφία, την οποία δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας, παίρνοντας τον τίτλο του διδάκτορα χωρίς εξετάσεις ή διατριβή – λόγω των απεριορίστων χαρισμάτων του, όπως είπε ένας από τους σημαντικότερους καθηγητές της σχολής, ο Βίλχελμ Ριτς. Μετά την έναρξη του Γαλοπρωσικού Πολέμου υπηρέτησε ως εθελοντής νοσοκόμος  συνοδεύοντας τραυματίες και μέσα σε έναν μήνα προσβλήθηκε από δυσεντερία και διφθερίτιδα, που κατέστρεψαν μόνιμα την υγεία του. Η κακή του υγεία τον παρακίνησε να παραιτηθεί από την έδρα του και έκτοτε ακολούθησε ως πλάνητας μονήρη και δημιουργικό βίο ως το 1889, όταν κατέρρευσε από διανοητική ασθένεια.

Ρίχαρντ Βάγκνερ
Συνδέθηκε με αμφίθυμη φιλία με τον Βάγκνερ για ένα διάστημα που διακόπηκε άδοξα, μην μπορώντας ο Νίτσε να αντέξει τα χριστιανικά του θέματα, όπως στον Πάρσιφαλ, σε συνδυασμό με τον σοβινισμό και τον αντισημιτισμό του συνθέτη.
Ο συσχετισμός του ονόματος του Νίτσε με το όνομα του Χίτλερ και τον φασισμό οφείλεται ως έναν μεγάλο βαθμό στον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποίησε τα έργα του η αδελφή του Ελιζαμπέτ. Ενθουσιώδης θαυμάστρια του Χίτλερ κατά πρώτον, και έχοντας κατά δεύτερον παντρευτεί έναν σημαίνοντα σοβινιστή και αντισημίτη, εργάστηκε για να εμφανίσει τον Νίτσε  κατ’ εικόνα του άνδρα της,  διαπράττοντας μια ωμή πλαστογράφηση. Κράτησε, λοιπόν, υπό τον στυγνό έλεγχό της τη συγγραφική κληρονομιά του φιλοσόφου και με κερδοσκοπική μανία εξέδωσε σειρές «έργων» του από σημειώσεις που είχε διαγράψει ο ίδιος ο Νίτσε… Αυτό είχε ως συνέπεια να παραπλανηθούν γενεές και γενεές σχολιαστών.

Άρθουρ Σοπεχάουερ
Τα έργα του διακρίνονται σε τρεις περιόδους. Στην πρώτη: Η γέννηση της τραγωδίας από το πνεύμα της μουσικής (1872), Παράκαιροι στοχασμοί (1873-76), κυριαρχεί η ρομαντική αντίληψη και έχει δεχθεί επιδράσεις από τον Σοπενχάουερ και τον Βάγκνερ. Η δεύτερη: Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο (1879-1880) ως το Χαρούμενη επιστήμη, ανακλούν την παράδοση των Γάλλων αφοριστών.  Στην τρίτη, στα έργα της ωριμότητάς του [Τάδε έφη Ζαρατούστρα (1883-84), Πέραν του καλού και του κακού (1896), Το λυκόφως των ειδώλων (1889), Ο αντίχριστος (1895), Νίτσε εναντίον Βάγκνερ (1895) κ.ά.] ασχολήθηκε με το πρόβλημα της καταγωγής και της λειτουργίας των αξιών στην ανθρώπινη ζωή.

Κατά τον Νίτσε, ο θρίαμβος του Χριστιανισμού οφείλεται στην αποδοχή του πόνου, που ερμηνεύθηκε ως πρόθεση του Θεού και ως αφορμή για εξιλέωση, και στο εξωραϊσμένο δόγμα της προσωπικής αθανασίας, δηλαδή στην υπερφίαλη άποψη ότι η ζωή και ο θάνατος έχουν κοσμική σημασία. Κατά τον ίδιο τρόπο, η παραδοσιακή φιλοσοφία εξέφρασε το ασκητικό ιδεώδες δίνοντας το προβάδισμα στην ψυχή έναντι του σώματος, στον νου έναντι των αισθήσεων, στο καθήκον έναντι της επιθυμίας, στο πραγματικό έναντι του φαινομενικού. Ο Χριστιανισμός υποσχόταν τη σωτηρία του αμαρτωλού ο οποίος μετανοεί, ενώ παράλληλα η φιλοσοφία προσέφερε την ελπίδα της σωτηρίας, έστω και εγκόσμιας, για τους σοφούς. Άρα, κατά τον φιλόσοφο, και οι δύο μπορούν να θεωρηθούν ως συμπτώματα μιας ζωής παρηκμασμένης και εξαθλιωμένης.
Η κριτική του Νίτσε προς την παραδοσιακή ηθική επικεντρώθηκε στην τυπολογία της ηθικής του «κυρίου» και του «δούλου», υποστηρίζοντας ότι επρόκειτο για μια ανιστορική τυπολογία χαρακτηριστικών, τα οποία ενυπάρχουν σε κάθε άνθρωπο.  Με τον όρο μηδενισμός, θεωρώντας τα γραπτά του ως μάχες που έδινε με αυτόν, περιέγραφε τον υποβιβασμό των υψηλών αξιών. Επίσης, ανέπτυξε πρωτότυπες θέσεις που μελέτησε με μεγάλο ενδιαφέρον, όπως η βούληση για δύναμη, η αιώνια επιστροφή και ο υπεράνθρωπος – αντιπρόσωπος του ανθρώπου που καταφέρνει να υπερβεί τον εαυτό του.

Ο Νίτσε, λόγω της εξαιρετικής πρωτοτυπίας της φιλοσοφίας του, αλλά και ως λαμπρός χειριστής της γερμανικής γλώσσας στον πεζό λόγο,  άσκησε τη μεγαλύτερη επίδραση από κάθε άλλον φιλόσοφο. Πολλά του οφείλει το έργο των Γερμανών φιλοσόφων Μαξ Σέλερ, Καρλ Γιάσπερς και Μάρτιν Χάιντεγκερ, καθώς και εκείνο των Γάλλων φιλοσόφων Αλμπέρ Καμύ, Ζακ Ντεριντά, Μισέλ Φουκώ. Ο υπαρξισμός αντλεί πολλά στοιχεία από το έργο του, επίσης. Βαθιά επίδραση άσκησε στους ψυχολόγους Άλφρεντ Άντλερ, Καρλ Γιουνγκ και δη στον Ζίγκμουντ Φρόιντ. Μυθιστοριογράφοι όπως οι Τόμας Μαν, Χέρμαν Έσε, Αντρέ Μαλρό, Αντρέ Ζιντ εμπνεύσθηκαν από το έργο του και έγραψαν γι’ αυτόν, και, βέβαια, ο δικός μας Νίκος Καζαντζάκης. Ανάμεσα σε άλλους, οι ποιητές και δραματουργοί Τζορτζ Μπέρναρντ Σω, Ράινερ Μαρία Ρίλκε, Στέφαν Γκέοργκε, Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς.
Παρότι το Διαδίκτυο βρίθει αποσπασμάτων από έργα του Νίτσε, εν είδει στίχων από ημερολόγια, και με τον ευφάνταστο και γραφικό τίτλο «Ρητά και Αποφθέγματα», δεν αποφεύγουμε και εμείς την πεπατημένη να παραθέσουμε κάποια αποσπάσματα. Εν πρώτοις,  εφόσον η λογοτεχνία διαθέτει ένα σπουδαίο βιβλίο το Όταν έκλαψε ο Νίτσε, του ψυχιάτρου  Ίρβιν Γιάλομ, στο οποίο περικλείεται συνοπτικά και γλαφυρά η φιλοσοφία του Νίτσε, θα υποκύψουμε στον πειρασμό να προσθέσουμε από αυτό αποσπάσματα. Η επινόηση του Γιάλομ των δύο ιστορικών προσώπων, του Ζίγκμουντ Φρόιντ και του Αυστριακού γιατρού Γιόζεφ Μπρόιερ, για να πλέξει την περιπέτειά του είναι και μια ευκαιρία να μας γίνει γνωστός και ο έρωτας του Νίτσε για τη Λου Σαλομέ, τη σαγηνευτική αυτή γυναίκα από την οποία ένιωσε προδομένος και οργισμένος, αφού θεώρησε ότι είχε σχέσεις ταυτόχρονα και με τον φίλο του Πολ Ρέε.

Η φωτογραφία που παρήγγειλε ο Νίτσε
Θα τυπώσει μάλιστα και μια φωτογραφία σε έναν Ελβετό ζωγράφο που απεικονίζει τη Σαλομέ κρατώντας ένα μαστίγιο να έχει ζέψει σε ένα αμαξίδιο τους δύο φίλους. Γι’ αυτό τον λόγο γράφει ότι «Όταν ξεκινάς να πας σε μια γυναίκα να κρατάς μαστίγιο». Ό,τι απόσπασμα επιλέχθηκε από το βιβλίο είναι από αυτά που ο Γιάλομ βάζει στο στόμα του Νίτσε – εννοείται απολύτως υπαρκτά, αντλημένα από το έργο του φιλοσόφου:

Στην αλήθεια φτάνει κανείς μέσα από τη δυσπιστία και τον σκεπτικισμό, όχι μέσα από μια παιδική ευχή να ήταν τα πράγματα κάπως!
Δεν είναι η αλήθεια ιερή, ιερή είναι η αναζήτηση της αλήθειας του καθενός μας! Μπορεί να υπάρχει πιο ιερή πράξη από την αυτοαναζήτηση; Το φιλοσοφικό μου έργο, λένε  κάποιοι ότι είναι χτισμένο πάνω στην άμμο: οι απόψεις μου αλλάζουν συνεχώς. Αλλά μια από τις πάγιες φράσεις μου είναι: Γίνε αυτό που είσαι. Και πώς μπορεί κανείς ν’ ανακαλύψει ποιος είναι και τι είναι χωρίς την αλήθεια;
Την ελπίδα; Η ελπίδα είναι το έσχατο κακό! Στο βιβλίο μου Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο, έγραφα ότι όταν άνοιξε το κουτί της Πανδώρας, και τα κακά που είχε κλείσει εκεί ο Δίας ξέφυγαν, στον κόσμο των ανθρώπων έμεινε μόνο, χωρίς να το ξέρει κανείς, ένα έσχατο κακό: η ελπίδα. Από τότε ο άνθρωπος κάνει το λάθος να θεωρεί το κουτί και το περιεχόμενό του, την ελπίδα, σαν τυχερό σεντούκι. Ξεχνάμε όμως την επιθυμία του Δία ο άνθρωπος να συνεχίσει να βασανίζεται. Η ελπίδα είναι το χειρότερο κακό γιατί παρατείνει το βάσανο.
Εγώ αγαπώ ό,τι μας κάνει μεγαλύτερους από αυτό που είμαστε!
Κανείς δεν πεθαίνει ποτέ από θανατηφόρες αλήθειες στις μέρες μας – υπάρχουν πάρα πολλά αντίδοτα.
Ακριβώς όπως τα κόκαλα, η σάρκα, τα σπλάχνα και τα αγγεία περικλείονται μέσα στο  δέρμα, που κάνει τη θέα του ανθρώπου  ανεκτή, έτσι και οι ταραχές και τα πάθη της ψυχής είναι τυλιγμένα μέσα στη ματαιοδοξία. Αυτό είναι το δέρμα της ψυχής.

Η Λου Σαλομέ
Ποιοι είναι οι ασφαλείς, οι ανακουφισμένοι, οι αιώνια χαρωποί: Μόνο εκείνοι που η όρασή τους είναι θολή – οι απλοί άνθρωποι και τα παιδιά! Ένα δέντρο έχει ανάγκη την καταιγίδα, αν πρόκειται να φτάσει σε περήφανα ύψη. Και η δημιουργικότητα και η ανακάλυψη γεννιούνται με οδύνη.
Εμείς επινοούμε αυτά που βιώνουμε. Κι ό,τι επινοήσαμε, μπορούμε και να το καταστρέψουμε.
Καθήκον; Μπορεί το καθήκον να μπει μπροστά από την αγάπη για τον εαυτό σου και την αναζήτησή σου για άνευ όρων ελευθερία; Αν δεν κατακτήσεις τον εαυτό σου, τότε η λέξη καθήκον είναι απλώς ευφημισμός για το γεγονός ότι χρησιμοποιείς τους άλλους για δική σου μεγέθυνση. Αυτο-απελευθέρωση σημαίνει ένα ιερό όχι, ακόμη και στο καθήκον.
Το τίποτε είναι τα πάντα! Για να δυναμώσεις πρέπει πρώτα να βυθίσεις τις ρίζες σου στο τίποτε και να μάθεις ν’ αντιμετωπίζεις την πιο μοναχική μοναξιά σου.

Από το Τάδε έφη Ζαρατούστρα:

Μου αρέσουν όσοι προσπαθούν να θέσουν ως σκοπό τους και μοίρα τους την αρετή. Έτσι μόνο θα θελήσει κανείς να ζει και να μη ζει.
Μου αρέσουν όποιοι έχουν βαθιά στην ψυχή την πληγή και μπορεί να καταστραφούν με το παραμικρό. Αυτοί πρόθυμα περνάνε το γεφύρι.
Έφτασε η στιγμή να επιδιώξει ο άνθρωπος να γίνει πράξη ο σκοπός του. Έφτασε η στιγμή να φυτέψει τον σπόρο της πιο δυνατής ελπίδας του.
Πρέπει μέσα του να έχει ο καθένας το χάος για να μπορεί να γεννηθεί το άστρο που τρεμοσβήνει.
Ήρθα για να αρπάξω πολλούς από το κοπάδι. Θέλει συνεργάτες ο δημιουργός, εκείνους που χαράζουν τις καινούργιες αξίες επάνω στους καινούργιους πίνακες αξιών.

Εκεί που θα τελειώσει η μοναξιά αρχίζει ο θόρυβος της αγοράς κι εκεί που θα αρχίσει ο θόρυβος των μεγάλων θεατρίνων και το βόμβισμα των μυγών που δηλητηριάζουν.
Έχει γεμίσει η αγορά από παλιάτσους επίσημους κι ο λαός καμαρώνει για τους μεγάλους άνδρες του, γιατί αυτοί είναι κύριοι της παρούσης στιγμής.
Κάθε μεγάλο κι ένδοξο ανθίζει μακριά από την αγορά. Οι δημιουργοί των καινούργιων αξιών κατοικούσαν μακριά από τη δόξα και την αγορά.
Πρέπει να έχετε τη δύναμη να ερευνάτε τη σκέψη σας μέχρι τα βάθη της.
Κάποτε πρέπει ν’ αγαπήσετε πέρα από τον εαυτό σας! Μάθετε πρώτα, λοιπόν, ν’ αγαπάτε.
Έμαθα να περπατώ: Από τότε άρχισα να τρέχω. Έμαθα να πετώ: Από τότε δεν θέλω να με σπρώχνουν για να αλλάξω θέση. Τώρα είμαι ελαφρύς, τώρα βλέπω τον εαυτό μου από κάτω μου, τώρα χορεύει ένας θεός μέσα μου.
Κράτος λέγεται το πιο παγερό απ’ όλα τα παγερά τέρατα. Κι επίσης παγερά ψεύδεται και τα ψέματα αυτά έρπουν από το στόμα του: «εγώ το κράτος είμαι ο λαός». 
Πηγές:
Πάπυρος, Λαρούς, Μπριτάνικα, 1991.
Το Παπυράκι, 2003.
Τάδε έφη Ζαρατούστρα, Μετάφραση Εμμ. Ανδρουλιδάκη, 1961.
Ίρβιν Γιάλομ, Όταν έκλαψε ο Νίτσε, εκδ. Άγρα.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...