Πέμπτη 17 Μαΐου 2012

Ο ναός του Διός στην Ολυμπία

Ο ναός του Διός
Όλοι οι κίονες είναι πεσμένοι από σεισμό που έγινε τον 6ο π.Χ. αιώνα
και κατέστρεψε το ιερό
Το ιερό του Ολυμπίου Διός ήταν στην αρχαιότητα ο πιο προσφιλής λατρευτικός χώρος. Αν και η ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή ξεκινάει από την 3η χιλιετία π.Χ., στον 9ο αιώνα π.Χ. είναι τόπος προσέλκυσης πολλών προσκυνητών και κατά τον 8ο αιώνα πλέον η Ολυμπία ακτινοβολεί μέχρι τη Μεσοποταμία προς Ανατολάς και μέχρι την Κάτω Ιταλία και Ετρουρία προς Δυσμάς. Το έτος 776 π.Χ. ξεκινάει  πάλι η τέλεση ολυμπιακών αγώνων,  που είχαν ιδρυθεί από τον Ηρακλή, ιδρυτή και του ιερού, ο οποίος κατά την παράδοση καθιέρωσε τους αγώνες σε ανάμνηση της νίκης του επί του βασιλιά Αυγεία (Πίνδ. Ολυμπ.10). Πέρα από την περίοδο των μεγάλων αγώνων, το ιερό δεν έμενε ποτέ έρημο διότι υπήρχαν πολλά τεμένη που τελούνταν θυσίες και ο Ζευς στην Ολυμπία ήταν και θεός του πολέμου που τον ευχαριστούσαν για τις νίκες τους οι πιστοί, και μαντικός θεός ώστε λειτουργούσε μαντείο, εκεί όπου ήταν ο μεγάλος βωμός του, ενώ τα σημεία των θεών διαβάζονταν από τις φλόγες της θυσιαστήριας πυράς.
Το 600 π.Χ., προγενέστερα της κυριαρχίας των Ηλείων, είχε ανεγερθεί στους πρόποδες ο πρώτος ναός, που ήταν αφιερωμένος στην Ήρα. Η απόφαση για την ανέγερση του ναού του Διός, ως εγγυητή της δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας, ικανό να συμβιβάσει τις ανθρώπινες ανάγκες, όπως μας λέει ο λυρικός ποιητής Πίνδαρος (522/518-446;), φαίνεται να πάρθηκε το 476 π.Χ., έτος που είχε χαρακτήρα επινίκιο για την επιτυχή διεξαγωγή των Περσικών Πολέμων. Γνωστή μας είναι η χρονολογία αποπεράτωσής του με ακρίβεια: το 457 π.Χ., όταν νίκησαν οι Σπαρτιάτες τους Αθηναίους σε μάχη κοντά στην Τανάγρα.

Ο ναός συνιστά το πλέον αντιπροσωπευτικό δείγμα της γενιάς του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας και της γενιάς του «αυστηρού ρυθμού». Η έννοια του «αυστηρού» οφείλεται στη δραματικότητα των εικαστικών θεμάτων και στην αναζήτηση των καλλιτεχνών να δημιουργήσουν μνημεία με αιώνιο χαρακτήρα, εξισορροπώντας το θείο με το ανθρώπινο, μεροληπτώντας υπέρ των ανθρώπων και του ιδεώδους της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Αναπαράσταση του ναού του Διός κατά την ακμή του
Τα χρήματα για την οικοδόμηση και τη διακόσμηση του ναού δόθηκαν από τους Ηλείους, από τα λάφυρα πολλών εκστρατειών.
Εδώ, στον οπισθόδομο του ναού του Διός διάβασε για πρώτη φορά αποσπάσματα από τις Ιστορίες του ο Ηρόδοτος και ο Αθηναίος ρήτορας Λυσίας έλαβε το βήμα.
Οι Ηλείοι και ο αρχιτέκτονας Λίβων έπρεπε να προσδώσουν στον ναό δύο νοήματα: α) ότι είναι το κέντρο της Ελλάδας, β) ότι είναι το κέντρο του ελληνικού κόσμου, μητροπόλεων και αποικιών.
Η αρχιτεκτονική σύνθεση του ναού αξιοποίησε τις τεχνικές δυνατότητες του πανελλήνιου δωρικού ρυθμού και το κυρίως οικοδόμημα αποτελείται από πρόναο, σηκό και οπισθόδομο. Το πτερό έχει 34 κίονες, οι οποίοι ανά 6 βρίσκονται στις στενές πλευρές και ανά 13 στις επιμήκεις. Οι κίονες στηρίζουν πλούσιο διακοσμημένο θριγγό. Στο βάθος του σηκού του ναού βρισκόταν το περίφημο άγαλμα του Διός, έργο του μεγαλύτερου γλύπτη της αρχαιότητας Φειδία.
Ο αναπόσπαστος γλυπτός διάκοσμος συνδύαζε επικά και λυρικά την προβολή της ταυτότητας της περιοχής και εκείνη ολόκληρης της Ελλάδας. Η αγωνιστικότητα και ο ηρωισμός στην εξοχότερη μορφή τους κατατροπώνουν τα τέρατα της βίας και της αταξίας, για να επιβάλουν το πνευματικό ιδεώδες της υπεροχής.
Τα γλυπτά με τη ρωμαλαιότητα, τη σοβαρότητα και τη θεματολογία τους αποτελούν το πιο ώριμο στάδιο της «αυστηρής αρμονίας», όπως επισημαίνει και ο Μανόλης Ανδρόνικος στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος Β’.
Στα δύο αετώματα εικονίζονται δύο διαφορετικά θέματα.

Ανατολικό αέτωμα 
Έργο του Παιωνίου από τη Μένδη, σύμφωνα με τον Παυσανία, παρουσιάζει την προετοιμασία για την αρμοτοδρομία μεταξύ του νεαρού ήρωα Πέλοπα και του βασιλιά της Πίσσας Οινομάου με έπαθλο την κόρη του Ιπποδάμεια, την οποία ο Πέλοπας είχε ζητήσει για γυναίκα του. (Ο Οινόμαος είναι ο μυθικός βασιλιάς της Πίσσας –όπως ονομαζόταν η περιοχή γύρω από την Ολυμπία– και τον νίκησε ο Πέλοπας με δόλο κυριαρχώντας την Πίσσα, λαμβάνοντας ως σύζυγο την κόρη του Οινoμάου).
Στο αέτωμα εικονίζονταν (στη φωτογραφία το κεντρικό τμήμα),  παρατεταγμένοι εκατέρωθεν του θεού Δία λίγο πριν από τον αγώνα, ο οποίος οδήγησε στον θάνατο τον Οινομάου, οι δύο αντίπαλοι, η Ιπποδάμεια και η μητέρα της Στερόπη, ιπποκόμοι, δούλοι και δούλες, καθώς και ένας γέρο-μάντης. Μέσα σε αυτή τη στατικότητα και στην περισυλλλογή των μορφών συρρικνωμένο όλο το ηθικό δίδαγμα.

Ο γερο-μάντης (φωτογραφία επάνω) φαίνεται να γνωρίζει το αιματηρό τέλος της αρματοδρομίας, και στη μορφή του συγκεντρώνονται όλες οι κατακτήσεις της ελληνικής γλυπτικής μέχρι την εποχή εκείνη. Ο γλύπτης, με τη ρεαλιστική απόδοση της γέρικης γυμνής σάρκας και την εκφραστικότητα της κίνησης, χρησιμοποιεί στοιχεία διήγησης, αλλά θέλει περισσότερο να υποβάλει στον θεατή ποιο είναι το πρόσωπο που αναπαρίσταται. Η έκφραση πόνου και λύπης για τη συμφορά που έρχεται ταυτίζεται αμέσως με τον μάντη που γνωρίζει από πριν. Παραλλήλως όμως χρησιμοποιείται και για επισήμανση της συνέχειας που αυτή δεν αποτυπώνεται.

Δυτικό αέτωμα
Στο δυτικό αέτωμα (το κεντρικό τμήμα του στη φωτογραφία), έργο του Αλκαμένους, κατά την πληροφορία του Παυσανία, εικονιζόταν «Κενταυρομαχία», η αρπαγή της γυναίκας του Πειρίθου, βασιλιά των Λαπιθών και συντρόφου του Θησέα, κατά τον γάμο του, και άλλων συμπατριωτισσών της από τους Κενταύρους και την επιτυχή αντιμετώπιση της επίθεσης από τον Θησέα και τους συντρόφους του. Το κέντρο του αετώματος καταλαμβάνει ο θεός Απόλλων, αμέτοχος, αλλά από την πλευρά των Ελλήνων ηρώων.
Η πρόκληση της ύβρεως καταστέλλεται και ταυτοχρόνως καταγράφεται η αιώνια διαμάχη του πνεύματος με την ύλη.

Απόσπασμα με τη Διηδάμεια και τον αρχηγό των Κενταύρων Ευρυπίωνα. Η νεόνυμφη φέρει κεφαλόδεσμο που συγκρατείται από ηράκλειο άμμα (κόμπος που συμβολίζει το δέσιμο της ζωής με τον θάνατο, μέσα από τη σύνδεση που επιτυγχάνει ο ήρωας ανάμεσα στους δύο κόσμους και τον διττό του χαρακτήρα). Το σώμα της αντιστέκεται στο σφιχταγκάλιασμα του μεθυσμένου άντρα, που την αρπάζει με το ανθρώπινο χέρι και το αλογίσιο πόδι του ταυτόχρονα.
Ωραία απόδοση των ανάμεικτων συναισθημάτων, έλξης και αποστροφής, στην έκφραση της ωραίας Λαπιθίδας.

Μετόπες
Στις μετόπες του ναού εικονίζονται μερικοί από τους άθλους του Ηρακλή, που του ανέθεσε ένας δόλιος ισχυρός συγγενής του, ο Ευρυσθέας. Στον διάκοσμο του ναού τονίζεται η συμβολή της Αθηνάς, κόρης του Δία και προστάτιδας του Ηρακλή, την οποία βλέπουμε σε αρκετές μετόπες να του παραστέκεται. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι ο Ηρακλής και η Αθηνά παρουσιάζονται σε διαφορετικές ηλικίες σε κάθε μετόπη.
Οι ρέουσες επιφάνειες, στα γυμνά και στα ντυμένα μέρη των γλυπτών, μαρτυρούν τη χρήση πήλινων προπλασμάτων για τον όλο σχεδιασμό. Υπάρχει επίσης έντονη τάση για εξωτερίκευση των συναισθημάτων των ηρώων, προκαλώντας τη συμμετοχή του θεατή και υποβοηθώντας την κατανόηση του θέματος των σκηνών.

Μετόπη με τον Ηρακλή και την Αθηνά από τις Στυμφαλίδες Όρνιθες. Ο Ηρακλής έχει εκτελέσει τον άθλο και παραδίδει στη θεά ως τρόπαιο τα πουλιά (που δεν σώζονται).
Αποδίδεται με έμφαση η αρμονική σχέση του Ηρακλή με τη θεά, προέκταση της αγαθής σχέσης των Ελλήνων με τους θεούς τους. Είναι εμφανής ο διάχυτος λυρισμός, ο οποίος έρχεται σε αντίθεση με τον επικό ρυθμό που επικρατούσε ως τότε, στην παλαιότερη και μοναδική αυτή παράσταση του άθλου, στη μνημειακή πλαστική του 5ου και του 4ου αι. π.Χ.

Μετόπη από Τα μήλα των Εσπερίδων. Στο κέντρο εικονίζεται ο Ηρακλής ο οποίος κρατεί τον ουράνιο θόλο στους ώμους του, ενώ ο Άτλαντας του προσφέρει τα θαυμαστά χρυσά μήλα της αθανασίας και της νεότητας, Τα μήλα των Εσπερίδων. Η Αθηνά, αόρατη παρουσία, συνδράμει αντιστηρίζοντας με το αριστερό χέρι της το στερέωμα. Ο απέριττος χιτώνας της θυμίζει κίονα ναού.

Το χρυσελεφάντινο λατρευτικό άγαλμα του Διός
Το άγαλμα του θεού προστάτη της Ολυμπίας (στη φωτογραφία επάνω αναπαράστασή του), ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, το φιλοτέχνησε ο Φειδίας και τοποθετήθηκε στον ναό περί το 430 π.Χ. Ο διάσημος γλύπτης είχε φροντίσει να υπογράψει το δημιούργημά του σε αφανές σημείο, κάτω από τα πόδια του θεού: ΦΕΙΔΙΑΣ ΧΑΡΜΙΔΟΥ ΥΙΟΣ ΑΘΗΝΑΙΟΣ Μ’ ΕΠΟΙΗΣΕ.
Την περιγραφή του μας τη δίνει ο Παυσανίας:
Το άγαλμα ήταν στερεωμένο πάνω σε βάθρο μήκους 9,93 μ. και πλάτους 6,25 μ.

Ο Δίας, ένθρονος, κρατούσε σκήπτρο στο αριστερό χέρι, ενώ στα δεξιά του στεκόταν μια Νίκη. Το ύψος του αγάλματος μαζί με τη βάση έφθανε τα 12 μ., δηλαδή το κεφάλι του Δία ακουμπούσε σχεδόν στην οροφή του ναού. Οι πιστοί μπορούσαν να ανεβούν στο υπερώο, που σχημάτιζαν οι δίτονες κιονοστοιχίες, για να θαυμάσουν από κοντά το άγαλμα που προστατευόταν από ειδικό κιγκλίδωμα για να μην μπορούν οι πιστοί να το αγγίξουν. Ο Φειδίας είχε μεριμνήσει ώστε να υπάρχει μπροστά από το άγαλμα ρηχή δεξαμενή με λάδι, για να προστατεύεται το ευαίσθητο γλυπτό από το ιδιαίτερα υγρό κλίμα της Ολυμπίας.
Επικρατούσα άποψη είναι ότι το θεσπέσιο αυτό έργο έπειτα από οκτώ αιώνες μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη στα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ., όπου πιθανότατα καταστράφηκε από τη μεγάλη πυρκαγιά που έπληξε την πόλη το 475.

Το εργαστήρι του Φειδία
Ανατολικά από τις «θέρμες» του Κλαδέου ποταμού, που έρρεε στους πρόποδες του Κρονίου Λόφου, βρισκόταν η περιοχή των εργαστηρίων του ιερού. Εδώ λοιπόν εγκατέστησε και ο Φειδίας το εργαστήριό του για να φιλοτεχνήσει το μεγάλο άγαλμα του Διός από χρυσό και ελεφαντόδοντο. Μετά τον Φειδία το εργαστήριο χρησιμοποιήθηκε και από άλλους καλλιτέχνες. Στα ερείπιά του βρέθηκαν υπολείμματα εργασίας και εργαλείων ενός καλλιτέχνη του 400 π.Χ. Αργότερα το εργαστήριο μετατράπηκε σε χαλκοχυτήριο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...