Κυριακή 30 Αυγούστου 2020

Ο κορωνοϊός της Ιατρικής και ο… γλωσσοϊός της Ελληνικής

Και ήρθε ο κορωνοϊός, ή κατ’ άλλους επιμένοντες εσφαλμένα κορωναϊός, και τα σάρωσε όλα, τα ήδη σαρωμένα. Ενέσκηψε, για την ακρίβεια, αυτή είναι μια ταιριαστή λέξη, αλλά πολύ ταλαιπωρημένη, παρεούλα με τόσες άλλες, η οποία χρησιμοποιείται, κατά τα λεξικά, για δυσμενή φαινόμενα, για ό,τι εμφανίζεται αιφνιδιαστικά και πλήττει με ορμή. Μολαταύτα, ακόμη και η υπουργός μας Πολιτισμού εκσφενδόνισε το αμίμητο: «Πρέπει να ενσκήψουμε στο πρόβλημα». Άλλο όμως το «ενσκύβω», δεν υπάρχει βέβαια τέτοιο ρήμα, που πιθανότατα το παίρνουν από το σκύβω, και άλλο το ενσκήπτω.
Ο ιός όμως που ταλανίζει τη γλώσσα μας προϋπήρχε και τώρα κάνει παρέλαση με την πανδημία. Προέκυψε λοιπόν και η του συρμού «ιχνηλάτηση», βγήκε κι αυτή καμαρωτή καμαρωτή αντί της ιχνηλασίας, της ανίχνευσης ή ό,τι δει. Χωρίς καμία σκέψη εκστομίζουμε την ευαλωτότητα, την προωρότητα, την ομονόηση, το διακύβευμα αντί της διακύβευσης, και τόσες άλλες λέξεις που γεννάει η άγνοιά μας και η αταραξία μας. Εκείνο το κρούσμα, αντί του φορέα, τι να πει! Πάλι, σύμφωνα με τα λεξικά, σημαίνει το προσβεβλημένο άτομο από επιδημική ασθένεια, με εμφανή συμπτώματα δηλαδή. Εμείς, τουναντίον, το διανθίζουμε κιόλας με το ασυμπτωματικό κρούσμα, που, ανάθεμα, δεν στέκει με τίποτα. Άσε που ο ιός συχνάκις «διαδίδεται» και «δημιουργεί» ανησυχία, κοτρόνες  που εκτοξεύονται, από έγκριτους δημοσιογράφους μάλιστα.

Μια αυθαίρετη λεξιθηρία λαμβάνει χώρα ανερυθρίαστα. Τοιουτοτρόπως ξεπηδούν σωρηδόν νεόπλαστες λέξεις, νεοπλάσματα μπορεί, κακοήθεις όγκοι ούτως ειπείν. Έχει δοθεί η άδεια από όλους τους ιθύνοντες και μη για τη σύληση της γλώσσας μας.
Ειρήσθω εν παρόδω, γιατί ο καθηγητής να μην πει: «Τι διενήχθη μεταξύ τους;», αντί του διημείφθη, τον κρατάει τίποτε; Τα ουσιαστικά γίνονται, αδιακρίτως, επιθετικοί προσδιορισμοί και ο καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών δεν κωλύεται να εκσφενδονίσει: «Υφολογική φροντίδα», «καταγωγικό πλεονέκτημα», και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. Ενώ από τα επίθετα εμφανίζονται και κάνουν παρέλαση ουσιαστικά που δεν υπάρχουν φυσικά. Η υφυπουργός Παιδείας εξαπολύει τη νησιωτικότητα και την ηπειρωτικότητα και ό,τι του «φανεί του Λολοστεφανή». Εν τω μεταξύ, χιλιάδες λέξεις βρίσκονται, λόγω της ένδειας, εξαφανισμένες και καραδοκούν για να αναδυθούν από τη λήθη, παρ’ όλα αυτά, ή θα αναδυθούν στην επιφάνεια με λάθος χρήση, κάπου, κάποτε τις ακούσαμε, ή θα επινοήσουμε τις δικές μας, κάνοντας τον εφευρέτη Κύρο Γρανάζη του καρτούν να ωχριά. Και, συν τοις άλλοις, θα τις συναντήσεις να ζουν και να βασιλεύουν δυστυχώς, σε κάτι αμφιβόλου ποιότητας λεξικά στο Διαδίκτυο, που με αφάνταστο θράσος έχουν και την υποτιθέμενη ετυμολογία τους από την Αρχαία Ελληνική. Οι «Εύρηκα Εύρηκα», όπως ο Αρχιμήδης, διαλαλούν ανενδοίαστα και αναίσχυντα τις επινοήσεις τους, χωρίς τσίπα.

Το εκνευριστικό «έχει να κάνει», αντί του αφορά ή άλλων αντίστοιχων λέξεων που είναι οι πιο ενδεδειγμένες, δίνει και παίρνει διά πάσαν νόσον (μη εξαιρουμένης της υπουργού Παιδείας). Το έως (μέχρι) τονίζεται πάντα εώς Σάββατο, επί παραδείγματι. Γιατί και τα άρθρα είναι πλέον περιττά. Το διαζευκτικό «ή», που έχει τόνο για να ξεχωρίζει, γίνεται άρθρο θηλυκό, παραδείγματος χάριν «η μέχρι εξαντλήσεως των αποθεμάτων». Πάει το νόημα πέταξε. Από την άλλη, το ρήμα, το υποκείμενο και το αντικείμενο κάνουν βόλτες στην πρόταση χωρίς καμιά ακολουθία, με αναπόφευκτη συνέπεια να χάνεται κάθε συνειρμός, κάθε ουσιαστικό περιεχόμενο των εννοιών που θέλουν να εκφρασθούν, αλλοιώνοντας και τη δομική φυσιογνωμία της Ελληνικής.
Ακόμη, το ς το τελικό στα τριτόκλιτα πετσοκόβεται, π.χ. μία σαφή εθνική στρατηγική, στην ονομαστική,  προτείνει ο αρχηγός της Αντιπολίτευσης, ή φεύγει το ουδέτερο και όπως διατείνεται ο δήμαρχος της Πάρου το νησί του «είναι ασφαλής». Τι να πούμε για την κλίση των τριτόκλιτων πάλι; Τα περισσότερα είναι στη γενική: «του διαρκή», «του ασφαλή»  και πάει λέγοντας.

Παρεμπιπτόντως, έχουμε και τη διακαή ανάγκη μας για χρήση των αγγλικών λέξεων, οπότε υπάρχει μια attitude, συμπεριφορά, μια strong opinion, ισχυρή άποψη, και μια balance, ισορροπία, για να εκφράσουμε την άποψή μας, κ.ο.κ. Εύστοχα ο Ελύτης επισημαίνει: «Κι όσο για να μεταδώσουμε τις σκέψεις μας, δεν υπάρχει πρόβλημα: Καταφεύγουμε σ’ όποια διάλεκτο μας είναι πιο πρόχειρη, ακόμα και στις ξένες γλώσσες, μια που το αποτέλεσμα, έτσι κι αλλιώς, είναι περίπου το ίδιο». Όλα αυτά τώρα συμβαίνουν στην ελληνική γλώσσα, που, χωρίς να έχει την ανάγκη κάποιας  κομπορρημοσύνης, είναι μια γλώσσα γόνιμη, σαφέστατη, με ζωή 4.000 χρόνων – και όλα αυτά εντελώς φειδωλά, μην τα ξαναλέμε.
Σε χρόνια που το κάτω του μετρίου έχει αναχθεί σε ύψιστη αξία, η γλώσσα βάλλεται, με περισσή έπαρση κιόλας, από τους «κακοποιούς» της που την πετροβολούν, αφού της έλαχε η κακή της η μοίρα να την έχουν στα χέρια τους. Πρώτον, οι δημοσιογράφοι, ονόματα τρανά, κολοσσοί, που έχουν βγάλει πολύ χρήμα μόνο με τα λεγόμενά τους (τι ειρωνεία!), δεν ορρωδούν προ ουδενός ως γεννήτορες υβριδίων. 

Πολλές φορές μεταφέροντας άρπα κόλλα ειδήσεις, που ποτέ δεν τις διορθώνουν, ειδικά αν βολεύει την κοντόθωρη πολιτική ματιά τους, βυσσοδομούν, πολλάκις με αγοραία γλώσσα –και καλά για να μπουν στον σφυγμό του λαού– χωρίς αιδώ, χωρίς καν τον κόπο να ψάξουν κανένα λεξικό, πατούν τη σκανδάλη και όποιον πάρει ο Χάρος. Είναι σκοτεινοί και μαύροι παντογνώστες, τρομάρα τους. Εκφωνούν τις ειδήσεις, όχι μόνον αυτοί αλλά και όλα τα άλλα τα σοσιαλμιντιακά κοκόρια, χωρίς ορθό τονισμό και χρωματισμό των λέξεων, όπως πρέπει (σάματις καταλαβαίνουν τι διαβάζουν), ενώνοντάς τες δυο τρεις μαζί, χωρίς κόμματα, χωρίς τελείες, και έτσι τα νοήματα μαζί με τα συναισθήματα και τις ίδιες μας τις σκέψεις, που αναπόφευκτα εκρέουν από τη γλώσσα μας, μπαίνουν στον αναδευτήρα κι από τη σύνθλιψη ξεπηδάει ένα εξωραϊσμένο τιποτένιο τίποτα. Α, να μην ξεχάσουμε και τους απίστευτους σολοικισμούς, αυτών καλέ που πολυβολούν ασύστολα καμωνόμενοι ότι είναι οι απόλυτοι φωστήρες. Εδώ συμπεριλαμβάνονται σε οποιαδήποτε ατασθαλία της γλώσσας σχεδόν συλλήβδην οι πολιτικοί, από τους πρώτους διδάξαντες στο έγκλημα που συντελείται.

Οι διανοούμενοι, από την άλλη, σαν εφησυχασμένοι εδώ και καιρό, απαθείς,  ανεκτικοί, λοιδορούν επιπλέον τις φωνές εν τη ερήμω, παραχωρώντας με άνεση την άδειά τους  και το δικαίωμα για οτιδήποτε κακό χτυπά τη γλώσσα. Μάλλον το θεωρούν γραφικό το όλον και το διασκεδάζουν. Εξάλλου, αυτοί –όσοι τέλος πάντων– κατέχουν τη γνώση, ίσως ως μυστικό, και, σαν πάπες, με το αλάθητό τους, αγναντεύουν αφ’ υψηλού το τεράστιο σύμφυρμα μιας πολύ ανησυχητικής, ας το πούμε ήπια, ανοησίας. Για τους δασκάλους και τους καθηγητές δεν υπάρχουν λόγια, τους ακούμε, ουκ ολίγες φορές, να εμπλουτίζουν με μια μαργαριταροφορία τη γλώσσα μας, τρομακτική θα ομολογούσαμε. Πού ξέρεις, μερικοί από αυτούς πιθανώς να διδάσκουν στις διάσπαρτες ανά την επικράτεια κατ’ ευφημισμόν πανεπιστημιακές σχολές. Σε αυτές που οι φοιτητές για να εισαχθούν ντε και καλά εκεί αρκεί να έχουν γράψει μέσο όρο 0,6 σε όλα τα μαθήματα, τα σαΐνια! Ας είναι καλά τα υπουργεία Παιδείας που διαχρονικά συντηρούν αυτό το αίσχος, δίνοντας και συγχαρητήρια στους επιτυχόντες.
Ξορκισμένα και μακριά από μας τα θέσφατα. Αναμφίβολα, υπάρχουν και οι επαΐοντες που σε κάποια γωνιά του τόπου μας κάνουν τον δικό τους αγώνα και μπορεί να σηκώνουν και έναν δικό τους σταυρό. Όσον μας αφορά, μη δίνετε σημασία, απλώς, από διαστροφή, αρεσκόμεθα να επισημαίνουμε ό,τι εντοπίζουμε, σε πολύ αδρές γραμμές βέβαια, θεωρώντας ότι ο βαρβαρισμός της γλώσσας έχει διασπαρεί επικίνδυνα και μολύνει όπως ο κορονοϊός και χειρότερα.
Ψύλλοι στ’ άχυρα, θα μου πείτε, για όλα τα παραπάνω, και θα έχετε και δίκιο. Έλα μου όμως που είναι κι αυτή η φωνή του ποιητή που σου τριβελίζει τ’ αυτιά: Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα. Περσινά ξινά σταφύλια!
Μαρίνα Αθ. Μαραγκού





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...