Λεπτομέρεια από την κεφαλή του Ερμή |
(αρχές 4ου αι. π.Χ. - 330 π.Χ.)
Στην ύστερη κλασική εποχή η γλυπτική, τιμώντας οπωσδήποτε και το «κλασικό ιδεώδες» της προηγούμενης φάσης της τέχνης, εκδηλώνει έναν έντονο ρεαλισμό, που αντικατοπτρίζει τη βαθιά κοινωνική, ηθική και θρησκευτική αλλαγή που έχει προκαλέσει ο Πελοποννησιακός πόλεμος, όπου η αξία του ανθρώπου βρίσκεται πλέον στο άτομο και όχι ως μέλος μιας κοινότητας ή μιας πόλεως. Η τέχνη πια γίνεται ιδιωτική –πολλές φορές εμπορική– και αυτές οι νέες εντυπωσιακές τάσεις φαίνονται καθαρά στα έργα του Πραξιτέλη, γιου του γλύπτη Κηφισόδοτου, δεύτερο σε φήμη μόνο ως προς τον Φειδία για τους αρχαίους. Άξιος συνεχιστής του πατέρα του, εργάσθηκε τόσο σε χαλκό όσο και σε μάρμαρο, φιλοτεχνώντας δημιουργήματα που ενέχουν την ομορφιά και τη θεϊκή μακαριότητα. Θέλοντας να αναπαραστήσει τους θεούς, επέλεξε ό,τι ωραιότερο από τους ανθρώπους. Το θείο κάλλος συνοδευόμενο από εσωτερική ηρεμία συλλαμβάνεται και παίρνει σάρκα και οστά στα επιτεύγματα του Πραξιτέλη. Ο Πραξιτέλης προτίμησε να εκφράσει με τα αγάλματά του συναισθήματα όπως η τρυφερότητα αλλά και το χιούμορ, απεικονίζοντας τους θεούς σαν θνητούς, μικρά παιδιά να παίζουν μόνα τους στην αγκαλιά άλλων θεών, περιγελώντας, κατά κάποιον τρόπο, τις παραδοσιακές αντιλήψεις περί θεών. Ένα ιδιαίτερο ξεχωριστό του γνώρισμα ήταν η απόδοση του αισθησιασμού, χρησιμοποιώντας στάσεις γεμάτες από απαλή χάρη. Ακόμη, με ειδική κατεργασία του μαρμάρου απέδιδε την απαλότητα και τη λάμψη της ανθρώπινης επιδερμίδας, όπως και στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος, και δη δέντρα. Το σπουδαιότερο όμως ήταν η απόδοση του γυναικείου γυμνού σώματος.
Αφροδίτη της Κνίδου
Η ολόγυμνη, ίσως για πρώτη φορά στη μεγάλη γλυπτική, στο λουτρό θεά του έρωτα Αφροδίτη, ακουμπά το ένδυμά της στο πλάι, σε ένα δοχείο νερού τοποθετημένο στο βάθρο. Θεωρείται για πολλούς το ωραιότερο άγαλμα της αρχαιότητας, όπως το είχε χαρακτηρίσει και ο Πλίνιος. Ο Πραξιτέλης χρησιμοποίησε μια τολμηρή τεχνοτροπία σε μια παραγγελία των Κνιδίων. Ο ρεαλισμός και ο αισθησιασμός δανείζονται από ένα υπαρκτό πρόσωπο, τη θρυλική εταίρα και καλλονή Φρύνη, κατά την παράδοση ερωμένη του Πραξιτέλη. Διασώζεται μόνο από ρωμαϊκά αντίγραφα, μακράν του πρωτοτύπου, και από απεικονίσεις νομισμάτων της Κνίδου και της Βιθυνίας. Ο Πραξιτέλης τοποθετεί τη θεά στο κέντρο ενός κυκλικού ναού εισάγοντας για πρώτη φορά την έννοια του γλυπτού ως έργου τέχνης. Το συγκεκριμένο αντίγραφο βρίσκεται στο Μουσείο του Βατικανού.
Απόλλωνας ο Σαυροκτόνος
(περί το 360 π.Χ.)
Ρωμαϊκό αντίγραφο που φυλάσσεται στο Μουσείο του Βατικανού.
Πάλι στο χάλκινο αυτό άγαλμα αναπαρίσταται ο θεός ως παιδί, με καθαρότητα και λεπτότητα των περιγραμμάτων. Εδώ ο Απόλλωνας προσπαθεί να σκοτώσει με την άκρη του βέλους του μια σαύρα – μια συμβολική παράσταση του φόνου του δράκοντα που έλαβε χώρα στους Δελφούς. Ολόκληρη η μορφή του μικρού θεού κλίνει προς τα εμπρός και ακουμπάει τον βραχίονά του σε έναν ψηλό κορμό δέντρου πάνω στον οποίο τρέχει η σαύρα. Το ελεύθερο σκέλος, με πλαστικότητα, μετατοπίζεται προς τα πίσω και τοποθετείται ελαφρώς πίσω από το πόδι που στηρίζει, υποδηλώνοντας την τρίτη διάσταση.
Η θεοποίηση των ανθρώπινων που επέτυχε ο Πραξιτέλης με τα έργα του, συμπυκνώνει νοήματα, όπως είναι το αιώνιο κάλλος, η σωτήρια ιερότητα και η ερωτική οντότητα.
Στην ύστερη κλασική εποχή η γλυπτική, τιμώντας οπωσδήποτε και το «κλασικό ιδεώδες» της προηγούμενης φάσης της τέχνης, εκδηλώνει έναν έντονο ρεαλισμό, που αντικατοπτρίζει τη βαθιά κοινωνική, ηθική και θρησκευτική αλλαγή που έχει προκαλέσει ο Πελοποννησιακός πόλεμος, όπου η αξία του ανθρώπου βρίσκεται πλέον στο άτομο και όχι ως μέλος μιας κοινότητας ή μιας πόλεως. Η τέχνη πια γίνεται ιδιωτική –πολλές φορές εμπορική– και αυτές οι νέες εντυπωσιακές τάσεις φαίνονται καθαρά στα έργα του Πραξιτέλη, γιου του γλύπτη Κηφισόδοτου, δεύτερο σε φήμη μόνο ως προς τον Φειδία για τους αρχαίους. Άξιος συνεχιστής του πατέρα του, εργάσθηκε τόσο σε χαλκό όσο και σε μάρμαρο, φιλοτεχνώντας δημιουργήματα που ενέχουν την ομορφιά και τη θεϊκή μακαριότητα. Θέλοντας να αναπαραστήσει τους θεούς, επέλεξε ό,τι ωραιότερο από τους ανθρώπους. Το θείο κάλλος συνοδευόμενο από εσωτερική ηρεμία συλλαμβάνεται και παίρνει σάρκα και οστά στα επιτεύγματα του Πραξιτέλη. Ο Πραξιτέλης προτίμησε να εκφράσει με τα αγάλματά του συναισθήματα όπως η τρυφερότητα αλλά και το χιούμορ, απεικονίζοντας τους θεούς σαν θνητούς, μικρά παιδιά να παίζουν μόνα τους στην αγκαλιά άλλων θεών, περιγελώντας, κατά κάποιον τρόπο, τις παραδοσιακές αντιλήψεις περί θεών. Ένα ιδιαίτερο ξεχωριστό του γνώρισμα ήταν η απόδοση του αισθησιασμού, χρησιμοποιώντας στάσεις γεμάτες από απαλή χάρη. Ακόμη, με ειδική κατεργασία του μαρμάρου απέδιδε την απαλότητα και τη λάμψη της ανθρώπινης επιδερμίδας, όπως και στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος, και δη δέντρα. Το σπουδαιότερο όμως ήταν η απόδοση του γυναικείου γυμνού σώματος.
Αφροδίτη της Κνίδου
Η ολόγυμνη, ίσως για πρώτη φορά στη μεγάλη γλυπτική, στο λουτρό θεά του έρωτα Αφροδίτη, ακουμπά το ένδυμά της στο πλάι, σε ένα δοχείο νερού τοποθετημένο στο βάθρο. Θεωρείται για πολλούς το ωραιότερο άγαλμα της αρχαιότητας, όπως το είχε χαρακτηρίσει και ο Πλίνιος. Ο Πραξιτέλης χρησιμοποίησε μια τολμηρή τεχνοτροπία σε μια παραγγελία των Κνιδίων. Ο ρεαλισμός και ο αισθησιασμός δανείζονται από ένα υπαρκτό πρόσωπο, τη θρυλική εταίρα και καλλονή Φρύνη, κατά την παράδοση ερωμένη του Πραξιτέλη. Διασώζεται μόνο από ρωμαϊκά αντίγραφα, μακράν του πρωτοτύπου, και από απεικονίσεις νομισμάτων της Κνίδου και της Βιθυνίας. Ο Πραξιτέλης τοποθετεί τη θεά στο κέντρο ενός κυκλικού ναού εισάγοντας για πρώτη φορά την έννοια του γλυπτού ως έργου τέχνης. Το συγκεκριμένο αντίγραφο βρίσκεται στο Μουσείο του Βατικανού.
Ερμής ο Διονυσοφόρος
(ίσως το 330 π.Χ)
Το άγαλμα βρέθηκε στις ανασκαφές που έγιναν στην Ολυμπία, στον ναό της Ήρας, στην ίδια θέση που το είδε και ο περιηγητής Παυσανίας. Η σύλληψη, η σύνθεση και η τεχνοτροπία είναι καθαρά πραξιτελικές, αν και αμφισβητήθηκε η αυθεντικότητά του, λόγω της δυσκολίας χρονολόγησής του. Θεωρήθηκε από πολλούς ως σύγχρονη μαρμάρινη παραλλαγή ενός χάλκινου πρωτοτύπου, χωρίς όμως να απέχει πολύ από το πρωτότυπο. Η γλυκιά γοητεία του σώματος με τη στάση χαλάρωσης του θεού, συμπληρώνεται με το παιγνίδισμα ανάμεσα στον θεό Ερμή και στον μικρό Διόνυσο που κρατάει στην αγκαλιά του.(ίσως το 330 π.Χ)
Απόλλωνας ο Σαυροκτόνος
(περί το 360 π.Χ.)
Ρωμαϊκό αντίγραφο που φυλάσσεται στο Μουσείο του Βατικανού.
Πάλι στο χάλκινο αυτό άγαλμα αναπαρίσταται ο θεός ως παιδί, με καθαρότητα και λεπτότητα των περιγραμμάτων. Εδώ ο Απόλλωνας προσπαθεί να σκοτώσει με την άκρη του βέλους του μια σαύρα – μια συμβολική παράσταση του φόνου του δράκοντα που έλαβε χώρα στους Δελφούς. Ολόκληρη η μορφή του μικρού θεού κλίνει προς τα εμπρός και ακουμπάει τον βραχίονά του σε έναν ψηλό κορμό δέντρου πάνω στον οποίο τρέχει η σαύρα. Το ελεύθερο σκέλος, με πλαστικότητα, μετατοπίζεται προς τα πίσω και τοποθετείται ελαφρώς πίσω από το πόδι που στηρίζει, υποδηλώνοντας την τρίτη διάσταση.
Η θεοποίηση των ανθρώπινων που επέτυχε ο Πραξιτέλης με τα έργα του, συμπυκνώνει νοήματα, όπως είναι το αιώνιο κάλλος, η σωτήρια ιερότητα και η ερωτική οντότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου